Σάββατο 29 Ιουνίου 2013





Τις μέρες τις ζεστές στους ταρσανάδες
μιαν πλώρη πελεκώ το εννιάκυκλο ξύλο

των ταξιδιών δεν ξέρω πια τη γλώσσα
κι αυτό την πλάνη αγαπά όπως κι εσύ
που μέσα απ΄το όποτε αναδύεσαι
στάζουσα βαθυκύανα νερά
στον αστράγαλό σου δεμένο ένα φύκι
δυο τρεις συν μια
φθάρτρα γεννήτρα του λυγμού
με του πλαγκτού βεγγαλικά
να σκανε ακρογιαλιές μέσα στα μάτια σου

αχ νεαρό νερό μου μια φορά
μην κοιμηθείς στις σκοτεινές συστάδες των γητειών
ώσπου να μάθω στο ξύλο της στεριάς
πώς να υψώνει ιστίο
κι έριξα δάκρυ στο γιαλό
κι έκρυψα και τ΄ αηδόνι
που κλαίει τον ήχο της αγάπης μας
μες στα φυλλώματα της νύχτας

μα εγωπαθείς Πλειάδες φυλάνε την πυξίδα
και στον κατάλογο των ημερών δε μένει
παρά να γράψεις το τελευταίο μας 

πνιγμένο καλοκαίρι

αύριο
κανείς δε θα παραξενευτεί
που θα σε δει να ξαναπαίζεις ξέγνοιαστη
με το έρμαιο των άδειων κοχυλιών
εσύ μια Θάλασσα

S.X

Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013



Μην κλαις άστρο μου
Σου στέλνω τη δέσμη του φακού
με σταθερό το χέρι 
τους δρόμους σού δείχνω του ουρανού
και τους χάρτες ξεδίπλωτους 
για να βρεθείς
Μην κλαις άστρο μου
και θολώνει η απόσταση...

Σάββατο 8 Ιουνίου 2013




πού ζεις
πού είσαι σώμα
ολόγυμνο να ξάπλωνες
σε πρωτοχτύπητο από ήλιο βράχο
να μη γυρεύεις θάνατο μήτε σωσμό
μόνο της πέτρας θαλπωρή
κι άρωμα χλωροφύλλη
μονιάς αγκάθι που τρυπά 
κι ανθίζει αίμα

κι όλα 
όλα μακριά απ` τα γέλια του συρμού
κι έξω απ’ το τρέχον θέμα

ρίξε όσα κέρματα χρωστάς
στις τσέπες των αχρείων
λύγα
κοιμήσου ήσυχα κίτρινες μέρες

Σάββατο 1 Ιουνίου 2013

Πυγολαμπίδες



και περιμέναμε 
τ' απόβραδο
τότε που ξεθαρρεύουνε 
και φέγγουνε στις γειτονιές
του σκοταδιού τα τεθλασμένα μάτια

καυτόν το φώσφορο 
κολλούσαμε στο μέτωπο του Ιούνη
και παίζαμε τις νύχτες αληθινές ζωές
γέλια χτυπούσανε στους τοίχους
τρέχαν οι πόθοι στα τυφλά
με τη βιασύνη τού αφελούς 
και σκόνταφταν
από της φλέβας το όνειρο στου νου τα υπερώα

κανείς δεν άκουε παρεκτός 
κείνη η ώριμη ώρα
που ακόμα ταλαντεύεται στην άκρη του καιρού
με τα σχοινιά του τέλους

tώρα 
μες στων χεριών μας το κενό
μια χώρα απλώνει 
το λιγοστό και το πολύ που μας διπλώνει 
δρόμο στο φως
και μας γυρνά τα καλοκαίρια τα στιλπνά
μέσα στη σκόνη